Οι πανελλήνιες εξετάσεις είναι αδιάβλητες, αλλά όχι δίκαιες
Παρασκευή, 11 Αυγούστου 2017
Του Στράτου Στρατηγάκη
μαθηματικού - ερευνητή
Οι πανελλήνιες εξετάσεις είναι αδιάβλητες αλλά όχι δίκαιες είναι το μότο του Υπουργείου Παιδείας. Το αδιάβλητο είναι πράγματι ένας από τους ελάχιστους θεσμούς της ελληνικής κοινωνίας που ισχύει χωρίς καμία αμφισβήτηση από κανένα. Το θέμα αντιβαίνει στη συνολική λειτουργία και νοοτροπία της κοινωνίας μας και θα έπρεπε να γίνει μία εκτενής ανάλυση του φαινομένου, ώστε να χρησιμοποιηθεί ως οδηγός και για άλλους θεσμούς που λειτουργούν με αδιαφάνεια και ημετέρους.
Για να είναι, όμως, δίκαιη η διαδικασία θα πρέπει να είναι σε θέση να ξεχωρίζει αυτούς που είναι οι πλέον κατάλληλοι για να συνεχίσουν τις σπουδές τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Εδώ τα πράγματα αρχίζουν και δυσκολεύουν. Η πρώτη παραδοχή είναι ότι δε γίνεται να σπουδάσουν όλοι. Δεν επαρκούν τα χρήματα του κρατικού προϋπολογισμού ώστε να σπουδάσουν όλοι. Άρα μέρος της εκπαίδευσης θα πρέπει να αναλάβει ο ιδιωτικός τομέας με αποτέλεσμα οι σπουδές να μην γίνονται δωρεάν. Συνεπώς, το πρώτο συμπέρασμα είναι ότι να σπουδάζουν όλοι και δωρεάν είναι αδύνατο.
Η επιλογή είναι αναγκαία λοιπόν. Το ζητούμενο από την επιλογή είναι να περάσουν αυτοί που θα έχουν την καλύτερη απόδοση στο επιστημονικό αντικείμενο που επέλεξαν, ώστε ως κοινωνία να έχουμε το μεγαλύτερο δυνατό όφελος από την επένδυση που κάναμε. Γιατί οι σπουδές χωρίς δίδακτρα σημαίνουν ότι όλη η κοινωνία μοιράζεται το κόστος για να έχουν όλοι τη δυνατότητα να σπουδάσουν, ανεξάρτητα της οικονομικής τους κατάστασης. Η κοινωνία προσδοκά να ωφεληθεί από τις σπουδές των παιδιών της, μέσα από την εξέλιξη και την πρόοδο που θα έρθει, γι’ αυτό και επωμίζεται το κόστος των σπουδών.
Εδώ αρχίζουν τα δύσκολα, γιατί είναι πράγματι πολύ δύσκολο να προσδιορίσεις τα κριτήρια και να μετρήσεις τους καλύτερους. Το σύστημα των εισαγωγικών εξετάσεων που ισχύει τώρα εμφανίζει χτυπητές αδυναμίες γι’ αυτό και πρέπει να αλλάξει. Ας δούμε μερικές από αυτές. Η εξέταση σε τέσσερα μαθήματα και μόνο, χωρίς τη συμμετοχή του προφορικού βαθμού ή της συνολικής βαθμολογίας του υποψηφίου, δημιουργεί τον κίνδυνο της αποτυχίας του υποψηφίου εξαιτίας της ατυχίας σε ένα μάθημα, της κακής ημέρας, ακόμη και της αρρώστιας, που μετά από πολύ φασαρία το Υπουργείο Παιδείας δέχτηκε να αντιμετωπίσει με την καθιέρωση των επαναληπτικών εξετάσεων, έστω και το Σεπτέμβριο. Βέβαια από την άλλη αυτό εξασφαλίζει το αδιάβλητο των εξετάσεων, γιατί όσες φορές μετρούσε και ο βαθμός του σχολείου γεμίζαμε με ψεύτικους αριστούχους.
Το μεγαλύτερο, όμως, πρόβλημα είναι κατά τη γνώμη μου η αναντιστοιχία των απαιτήσεων για την εισαγωγή σε κάποια τμήματα με τις σπουδές σε αυτά τα τμήματα. Ας δούμε μερικά παραδείγματα.
Για να σπουδάσει κάποιος ψυχολογία πρέπει να εξεταστεί στα Αρχαία Ελληνικά και στα Λατινικά. Αποτελεί η εξέταση σε αυτά τα μαθήματα κριτήριο επιλογής των ικανότερων για να σπουδάσουν ψυχολόγοι. Είναι λογικό αυτό; Μάλλον όχι.
Για να σπουδάσει κάποιος πληροφορική κριτήριο επιλογής είναι η επίδοσή του στις Αρχές Οικονομικής Θεωρίας. Παράλογο; Να διευκρινίσουμε ότι δεν πρόκειται για απλή εξέταση, αλλά για ένα από τα βασικά κριτήρια με το οποίο επιλέγονται οι «καλύτεροι» για να σπουδάσουν και οι άλλοι αποκλείονται.
Για να σπουδάσει κάποιος Μαθηματικός πρέπει να εξεταστεί στα Μαθηματικά τη Φυσική και τη Χημεία. Αν εξεταστεί στα Μαθηματικά την Πληροφορική και τις Αρχές Οικονομικής Θεωρίας δεν του επιτρέπεται να εισαχθεί στο τμήμα Μαθηματικών.
Για να γίνει κάποιος γραφίστας πρέπει να εξεταστεί στα Μαθηματικά, τη Φυσική, τη Χημεία ή τα Μαθηματικά, την Πληροφορική και τις Αρχές Οικονομικής Θεωρίας. Μα γραφίστας θέλει να γίνει ο άνθρωπος τι σχέση έχουν όλα αυτά.
Ένα άλλο θέμα που δημιουργεί μεγάλες αδικίες είναι οι κοινές σχολές, οι σχολές, δηλαδή, που ανήκουν σε περισσότερα από ένα πεδία. Αυτό σημαίνει ότι οι υποψήφιοι που εισάγονται σε αυτές έχουν εξεταστεί σε διαφορετικά μαθήματα. Πώς είναι δυνατό να αποκλείεται ένας υποψήφιος γιατί είχε 2 μόρια λιγότερα από έναν άλλο που συγκέντρωσε τα 2 περισσότερα μόρια εξεταζόμενος σε διαφορετικά μαθήματα; Η εξέταση σε διαφορετικά μαθήματα, με διαφορετικό βαθμό δυσκολίας δημιουργεί μεγάλες αδικίες. Φέτος που τα τμήματα Χημείας εντάσσονται και στο 3ο επιστημονικό πεδίο, επιπλέον του 2ου που ανήκουν, ευνοούνται οι υποψήφιοι από το 3ο πεδίο που εξετάζονται στη βιολογία προσανατολισμού έναντι των υποψηφίων του 2ου πεδίου που εξετάζονται στα μαθηματικά προσανατολισμού. Αν το Υπουργείο Παιδείας ανακοίνωνε την προέλευση των υποψηφίων σε ποιο πεδίο συγκέντρωσαν τα μόρια με τα οποία εισήχθησαν θα βλέπαμε ότι λίγοι υποψήφιοι από το 2ο πεδίο θα εισαχθούν από το 2ο πεδίο. Το ίδιο συμβαίνει με τα τμήματα Βιολογίας και τα τμήματα Γεωπονίας. Με την τελευταία ρύθμιση του Υπουργείου Παιδείας για τα παιδαγωγικά τμήματα το πρόβλημα γίνεται ακόμη εντονότερο. Το μέγεθος του προβλήματος είναι πολύ μεγάλο, αφού 147 τμήματα σε Πανεπιστήμια και ΤΕΙ καθώς και οι σχολές της Αστυνομίας, της Πυροσβεστικής και του Εμπορικού Ναυτικού ανήκουν σε περισσότερα από ένα πεδία μέχρι και σε όλα τα πεδία, όπου ανήκουν 41 τμήματα.
Το πρόβλημα της επιλογής των υποψηφίων να σπουδάσουν είναι σημαντικό και έχει πολλές παραμέτρους. Προφανώς δεν μπορεί να επιλυθεί μέσα σε έξι μήνες όπως πίστευε ο Υπουργός Παιδείας όταν δήλωνε ότι μέχρι το Μάρτιο θα ανακοίνωνε το νέο σύστημα. Θα περιμένουμε ακόμη μία αλλαγή στο εξεταστικό σύστημα για να δούμε αν θα θεραπευτούν τα λάθη του παρελθόντος που ταλαιπώρησαν και αδίκησαν πολλούς μαθητές τις προηγούμενες δεκαετίες.