Η αναδιάρθρωση που θα μας γυρίσει 15 χρόνια πίσω
του Στράτου Στρατηγάκη
Δημοσιεύτηκε 16/12/2012
Στο κλείσιμο 150 τμημάτων ΑΕΙ και ΤΕΙ θα προχωρήσει το Υπουργείο Παιδείας, μέσω συγχωνεύσεων και καταργήσεων, στα πλαίσια του προγράμματος «Αθηνά». Στόχος είναι η μείωση του κόστους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που βαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό. Το κράτος μειώνει όλες τις παροχές του προς τους πολίτες της εκπαίδευσης μη εξαιρουμένης. Σ’ αυτό το πλαίσιο ξεκινά η αναδιάρθρωση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που θα μας γυρίσει 15 χρόνια πίσω. Το 1998 τα τμήματα στα ΑΕΙ και ΤΕΙ της χώρας μας ήταν 345. Από το 1999 άρχισε η διεύρυνση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που έγινε χωρίς σχέδιο. Μέσα σε 5 χρόνια (μέχρι το 2004) ιδρύθηκαν περισσότερα από 100 τμήματα, φτάνοντας τα 140 μέχρι το 2009 που λειτούργησαν τα τελευταία από τα νέα τμήματα που ανέβασαν τον αριθμό τους σε 485 διασπαρμένα σε 22 ΑΕΙ και 16 ΤΕΙ. Η λογική ανάπτυξης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ήταν να αποκτήσει κάθε πόλη και μερικά τμήματα, ώστε να κυκλοφορήσει χρήμα στην περιφέρεια. Όλα αυτά έγιναν με χρήματα από τα κοινοτικά πλαίσια στήριξης, δηλαδή με χρηματοδότηση της ΕΕ. Τώρα με την κατάργηση των τμημάτων θα πάνε στράφι όλα αυτά τα χρήματα που απορροφήθηκαν από την ΕΕ. Δηλαδή ως χώρα κάνουμε μία τρύπα στο νερό, αφού ό,τι δημιουργήσαμε τώρα το καταστρέφουμε.
Η διαδικασία
Δεν είναι εύκολη η διαδικασία των καταργήσεων, αφενός γιατί θα οδηγήσει στην απόλυση πολλών εργαζομένων, από καθηγητές μέχρι καθαρίστριες, αλλά και στη μείωση των εισακτέων. Οι σπουδές για όλους θα τελειώσουν. Βέβαια η χωρίς σχέδιο διεύρυνση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ήδη δημιουργούσε προβλήματα αφού το επιστημονικό αντικείμενο των τμημάτων δεν αντιστοιχούσε ούτε στις επιθυμίες των υποψηφίων, ούτε στις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Η ανάγκη να υλοποιηθεί το σχέδιο με τις λιγότερες δυνατές αντιδράσεις οδηγεί τον Υπουργό Παιδείας να δηλώνει ότι: «δεν θα μειωθεί ο αριθμός των εισακτέων φέτος». Αυτό όμως είναι ανέφικτο, αφού οι περίπου 35.000 εισακτέοι που αντιστοιχούν στα τμήματα που θα καταργηθούν δεν χωράνε στα εναπομείναντα τμήματα. Πρέπει να ερμηνεύουμε τις δηλώσεις πολύ προσεκτικά για να καταλαβαίνουμε τι βρίσκεται πίσω από τα λόγια. Ο αριθμός των εισακτέων δεν ταυτίζεται πάντα με τον αριθμό των εισαγομένων. Πώς θα γίνει αυτό; Μα με την επιστράτευση της βάσης του 10, που καθιέρωσε η κα Γιαννάκου το 2006. Η βάση του 10, όμως, δεν αποτελεί παρά λαιμητόμο που απλά κόβει όσους είναι κάτω από το 10. Δεν λύνει το πρόβλημα που είναι μεγάλο και αφορά στο χάσμα μεταξύ της δευτεροβάθμιας και της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που έχει ως αποτέλεσμα την εγκατάλειψη των σπουδών από μεγάλο μέρος των φοιτητών. Το μόνο πρόβλημα που λύνει είναι να μην επιτρέψει σε περίπου 35.000 υποψηφίους να σπουδάσουν στα ΑΕΙ και ΤΕΙ και έτσι να μειώσει το κόστος της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης άμεσα, από το 2013 κιόλας. Καθόλου τυχαίο, λοιπόν, που επανήλθε η πρόταση για τη βάση του 10, που είχε καταργηθεί μόλις το 2010.
Αυτοί που περισσεύουν
Οι υποψήφιοι που αποκλείονται από την τριτοβάθμια εκπαίδευση, με τη δικαιολογία ότι είναι ανεπαρκείς για σπουδές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, κρίνονται ικανοί για σπουδές σε κολέγια, αρκεί να έχουν χρήματα για να πληρώνουν τα δίδακτρα. Για να γίνει με επιτυχία η μεταφορά των 35.000 φοιτητών από τα δημόσια εκπαιδευτικά ιδρύματα στα ιδιωτικά ψηφίστηκε με το μνημόνιο 3 η αναγνώριση των πτυχίων που χορηγούν τα κολέγια από οποιαδήποτε χώρα και αν προέρχονται, ακόμη και εκτός ΕΕ, ακόμη και τα μεταπτυχιακά προγράμματα. Αυτό είναι πέραν των υποχρεώσεών μας, που απορρέουν από την οδηγία 36/2005 της ΕΕ. Έγινε για να επιτρέψει τη ραγδαία ανάπτυξη των κολεγίων, ώστε να «χωρέσουν» τους επιπλέον 35.000 φοιτητές που θα αποκλειστούν από την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Θα χορηγούνται, δηλαδή, πτυχία με τη… σέσουλα, αρκεί να υπάρχουν χρήματα για τα δίδακτρα.
Αυτό προσπαθεί το Υπουργείο Παιδείας να επιβάλει σχεδόν 10 χρόνια τώρα, με την καθιέρωση της βάσης του 10 και την προσπάθεια αναθεώρησης του άρθρου 16 του Συντάγματος, ώστε να επιτραπεί η λειτουργία των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Τελικά ο στόχος θα επιτευχθεί χάρη στο… μνημόνιο, που έχει κάμψει οποιαδήποτε αντίδραση. Αυτό εννοούν οι διάφοροι εκπρόσωποι των δανειστών μας, που λένε ότι τώρα είναι η ευκαιρία να γίνουν οι μεταρρυθμίσεις που τόσα χρόνια δεν γίνονται.